Συναντήσαμε κάποτε σε κάποια εκδήλωση, κάποιον Κώστα, ο οποίος δούλευε ως σερβιτόρος στις δεκαετίες του 50 και 60. Μου είπε πως έτυχε να εργάζεται και κάποια στιγμή σε ένα από τα νυχτερινά κέντρα όπου εμφανίστηκε ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Τα χρόνια εκείνα, μας είπε, η παραγγελιά ήταν αυτονόητη στη νυχτερινή διασκέδαση. Ήταν ένας από τους πλέον εύκολους τρόπους για οικονομική αφαίμαξη του πελάτη.
Όπως μας αποκάλυψε, ο Καζαντζίδης δεν δεχότανε παραγγελιές εύκολα. Μας διηγήθηκε, λοιπόν, μια ιστορία:
«Κάποιο βράδυ μια συντροφιά εύρωστη οικονομικά, βρέθηκε στο μαγαζί.
Ο Στέλιος τραγουδούσε και κάποιος από την παρέα γνωρίζοντας πως ο καλλιτέχνης είναι δύστροπος και λόγω της φήμης του μπορούσε να είναι και απόλυτος, με φώναξε, μου δίνει ένα σημαντικό ποσό και με στέλνει να ζητήσω από τον Καζαντζίδη να πει ένα συγκεκριμένο τραγούδι.
Ήμουνα ντροπαλός. Άσε που τον φοβόμουνα το Στέλιο. Σε αυτά δε σήκωνε αστεία. Τα λεφτά όμως ήταν πάρα πολλά. Και τα είχα ανάγκη. Πλησιάζω σιγά, σιγά. Αυτός με βλέπει και αμέσως καταλαβαίνει τι τρέχει. Μου γνέφει με νόημα. Εγώ του δείχνω τα λεφτά που είχα στην παλάμη μου, τρομαγμένος. Εκείνος γέλασε... τελικά το είπε το τραγούδι για να μη μου στερήσει τα χρήματα.».
Είναι μια ιστορία που δεν έχει γραφτεί κάπου και φυσικά είναι από εκείνες που δεν επιβεβαιώνονται. Την αναφέρουμε ωστόσο γιατί αν μη τι άλλο αποδείχνει την ακέραια στάση του Στέλιου Καζαντζίδη και φυσικά είναι ενδεικτική της αντίληψης που είχε ο Στέλιος για τη νύχτα και το λαϊκό τραγούδι.
Ο Στέλιος δήλωνε με παρρησία «Το λαϊκό τραγούδι δεν είναι το ξεφάντωμα του Σαββατόβραδου πάνω σε ένα τραπέζι. Το λαϊκό τραγούδι είναι η ίδια η ζωή.».
Αξίζει εδώ να συμπληρώσουμε, ότι ο Καζαντζίδης απαγόρευε, όπως μας πληροφορεί σε συνέντευξή της η Μαρινέλλα, να κάθονται οι τραγουδίστριες στα πρώτα τραπέζια και να συντροφεύουν τους θαμώνες.
Είναι κάτι περισσότερο από φανερό, λοιπόν, γιατί ο Καζαντζίδης ήταν ασύμφορος και ενοχλούσε το καθεστώς της νύχτας.
Τα χρόνια εκείνα, μας είπε, η παραγγελιά ήταν αυτονόητη στη νυχτερινή διασκέδαση. Ήταν ένας από τους πλέον εύκολους τρόπους για οικονομική αφαίμαξη του πελάτη.
Όπως μας αποκάλυψε, ο Καζαντζίδης δεν δεχότανε παραγγελιές εύκολα. Μας διηγήθηκε, λοιπόν, μια ιστορία:
«Κάποιο βράδυ μια συντροφιά εύρωστη οικονομικά, βρέθηκε στο μαγαζί.
Ο Στέλιος τραγουδούσε και κάποιος από την παρέα γνωρίζοντας πως ο καλλιτέχνης είναι δύστροπος και λόγω της φήμης του μπορούσε να είναι και απόλυτος, με φώναξε, μου δίνει ένα σημαντικό ποσό και με στέλνει να ζητήσω από τον Καζαντζίδη να πει ένα συγκεκριμένο τραγούδι.
Ήμουνα ντροπαλός. Άσε που τον φοβόμουνα το Στέλιο. Σε αυτά δε σήκωνε αστεία. Τα λεφτά όμως ήταν πάρα πολλά. Και τα είχα ανάγκη. Πλησιάζω σιγά, σιγά. Αυτός με βλέπει και αμέσως καταλαβαίνει τι τρέχει. Μου γνέφει με νόημα. Εγώ του δείχνω τα λεφτά που είχα στην παλάμη μου, τρομαγμένος. Εκείνος γέλασε... τελικά το είπε το τραγούδι για να μη μου στερήσει τα χρήματα.».
Είναι μια ιστορία που δεν έχει γραφτεί κάπου και φυσικά είναι από εκείνες που δεν επιβεβαιώνονται. Την αναφέρουμε ωστόσο γιατί αν μη τι άλλο αποδείχνει την ακέραια στάση του Στέλιου Καζαντζίδη και φυσικά είναι ενδεικτική της αντίληψης που είχε ο Στέλιος για τη νύχτα και το λαϊκό τραγούδι.
Ο Στέλιος δήλωνε με παρρησία «Το λαϊκό τραγούδι δεν είναι το ξεφάντωμα του Σαββατόβραδου πάνω σε ένα τραπέζι. Το λαϊκό τραγούδι είναι η ίδια η ζωή.».
Αξίζει εδώ να συμπληρώσουμε, ότι ο Καζαντζίδης απαγόρευε, όπως μας πληροφορεί σε συνέντευξή της η Μαρινέλλα, να κάθονται οι τραγουδίστριες στα πρώτα τραπέζια και να συντροφεύουν τους θαμώνες.
Είναι κάτι περισσότερο από φανερό, λοιπόν, γιατί ο Καζαντζίδης ήταν ασύμφορος και ενοχλούσε το καθεστώς της νύχτας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου