Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Απάντηση στο Σύλλογο Φίλων Λαϊκού Τραγουδιού Στέλιος Καζαντζίδης

Ευχαριστούμε πολύ, που επικοινωνήσατε μαζί μας και μας δώσατε την αφορμή να διευκρινίσουμε ένα ζήτημα.

Για να διευκολύνουμε τον αναγνώστη αναφέρουμε ότι το κείμενο αυτό είναι απάντηση σε σχόλιο προηγούμενης δημοσίευσης (Διαβάστε ΕΔΩ).

Το ρεμπέτικο τραγούδι αποτελεί αναμφισβήτητα ένα μεγάλο κομμάτι του Ελληνικού μουσικού πλούτου Έχει σαφώς, και το έχουμε ξαναπεί αυτό, χρονικά όρια. Στον Ελλαδικό χώρο, παράγεται από το 1930.


Η θεματολογία του, όμως, δεν διαφέρει και πολύ από τη θεματολογία των τραγουδιών, της περιόδου του κλασσικού λαϊκού τραγουδιού. Σαφέστατα, είναι αυθεντική δημιουργία, καθώς δε μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως στις δεκαετίες πριν το 1950, μπορούσε το σύστημα της εποχής να κατευθύνει και να χειραγωγήσει το μουσικό κριτήριο του λαού.

Βέβαια, το ρεμπέτικο τραγούδι καλώς ή κακώς, ευδοκίμησε στα μεγάλα αστικά κέντρα και όχι στις επαρχίες, όπου στην περίοδο του μεσοπολέμου και στα πρώτα μετακατοχικά χρόνια, το δημοτικό τραγούδι εξέφραζε τους ανθρώπους. Είναι άδικο και αφελές, να καταδικάσουμε ένα τόσο πλούσιο μουσικό είδος όπως είναι το ρεμπέτικο, που ανέδειξε σπουδαίους καλλιτέχνες, με το υπεραπλουστευτικό επιχείρημα ότι πρόκειται για το είδος της μαστούρας και της καψούρας.

Ο Καζαντζίδης, είναι και για μας ο μεγαλύτερος, αν όχι ο καλύτερος, Έλληνας τραγουδιστής. Αυτό δε σημαίνει όμως, πως ότι έχει κατά καιρούς υποστηρίξει είναι και σωστό και ακόμη περισσότερο μπορεί να θεωρήθεί κανόνας.

Αβάσιμα, ο Στέλιος χαρακτήριζε ρεμπέτικα, τα τραγούδια με έλλειψη κοινωνικού προβληματισμού, και μέσα σε αυτά, και τα τραγούδια για τις απαγορευμένες ουσίες.

Αλήθεια είχε την ίδια γνώμη για όλες τις συνθέσεις του Μάρκου Βαμβακάρη, του Γιάννη Παπαϊωάννου, του Βασίλη Τσιτσάνη, του Σταύρου Τζουανάκου;

Ο ίδιος ο Καζαντζίδης σε συνέντευξη στον Θανάση Λάλα, στην εκπομπή «Φάρμα των ανθρώπων» δηλώνει ατυχής, που δε συνάντησε ποτέ τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον οποίο αξιολογεί ως σπουδαίο.

Την ίδια ώρα λέει πως δεν αρέσκεται στα ρεμπέτικα. Τραγούδια όπως, «Τρέξε μάγκα να ρωτήσεις...» δε συνάδουν με το χαρακτήρα του και τα ιδιαίτερα του βιώματα. Αντιλαμβάνεστε τη σύγχυση.

Με διαφορετικό τρόπο αναφερόταν στο ρεμπέτικο ο Καζαντζίδης και αλλιώς έχουν τα πράγματα. Αν ο Στέλιος δεν αγαπούσε το ρεμπέτικο τραγούδι, τότε γιατί άκουγε Πρόδρομο Τσαουσάκη, γιατί τραγουδούσε, τραγούδια της Μαρίκας της Νίνου; Πιστεύετε, πως δεν εκτιμούσε τον Γιάννη Παπαϊωάννου;

Λησμονείτε, πως συνεργάστηκε με το Βασίλη Τσιτσάνη; Στις τελευταίες του δισκογραφικές δουλειές, άλλωστε, δεν τραγούδησε συνθέσεις μουσικών του ρεμπέτικου; Θα μου πείτε, ίσως, εσείς, ότι όλοι αυτοί που προανέφερα, είναι λαϊκοί καλλιτέχνες. Βλέπετε, λοιπόν, πόσο συγκεχυμένα είναι τα όρια;


Διαβάστε ακόμη:





1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Είναι αδιανόητο να γενικεύουμε την υποκειμενικότητα μας και ειδικά για τόσο σοβαρα θέματα και από τέτοια θέση.Η πλειοψηφία των ρεμπέτικων τραγουδιών εχουν την ίδια θεματολογία με το κλασσικό λαικό τραγούδι η ταξική θέση των δημιουργών εκτός από κάποιες εκτροπές δεν καθιστούσε εφικτη την ενασχόληση τους με αλλο περιεχόμενο.Κανόνας δεν ήταν τα χασισοτράγουδα αλλά τα βιώματα τους χωρίς να ξεχνάμε την εποχή της εμπνεύσης τους.Οποτε ας απομονώσουμε τους δήθεν ρεμπέτες και τους δήθεν αθεράπευτα καζαντζιδικούς.