Ο Μανώλης Ρασούλης |
«Έχουμε πιάσει πάτο. Και πρέπει να αντιδράσουμε», έλεγε. Και βγήκαν πολλοί σε μικρόφωνα και μικρές οθόνες και συλλυπηθήκαν και αφιερώσανε εκπομπές στο «μεγάλο μουσικοσυνθέτη(;;;)» (αν έχουν το θεό τους, πόσο απαξιώνουν τον κόσμο μας, όλο αυτοί που εύκολα συγκινούνται και αποδίδουν εύσημα) και βάλανε δύο τρία rasoulis.mp3 σε έτοιμες λίστες παραγωγης… Και αυτό ήταν.
Από αύριο, κάθε τέτοια μέρα τα ίδια και τα ίδια. Εν πάση περιπτώσει…
Ο Μανώλης Ρασούλης πέθανε. Πριν πεθάνει στιχουργούσε. Και όχι μόνο. Έγραφε σε εφημερίδες, έγραφε βιβλία… Υπήρξε πολυγραφότατος. Και κατά τα λεγόμενά του τρεις υπήρξαν οι άνθρωποι που τον οριοθέτησαν: ο Καζαντζάκης, ο Θεοδωράκης και ο Καζαντζίδης.
Τόσο μεγάλη υπήρξε η αγάπη του για τον Καζαντζίδη, που στις αρχές της δεκαετίας του 80, συμμετείχε στην συλλογή υπογραφών για την επάνοδο του Στέλιου στη δισκογραφία. Αργότερα στα 1982 κυκλοφόρησε σε στίχους δικούς του, στο δίσκο «Παίξε Χρήστο επειγόντως» το τραγούδι « Η ζωή γυναίκα μοιάζει» το οποίο προοριζόταν για τον Στέλιο και τελικά το τραγούδησε ο Πασχάλης Τερζής. Ο στίχος «γλυκιά μα ανελέητη», ήταν η αιτία. Ένας στίχος που δεν ταίριαζε στον Καζαντζίδη και ο Ρασούλης το χε καταλάβει από τη στιγμή που τον «έφτιαξε».
Θα αναφέρει στα 2003: «Αργότερα η στιγμή που βρεθήκαμε και ήμασταν οι δυο μας στη Μερσεντές μέσα και μιλούσαμε, είχε δραματικότητα, τότε μάζευα υπογραφές, αυτός ήταν στην παλινδρόμηση, να γυρίσει, να μη γυρίσει – φυσικά εγώ ένιωθα σαν να κάθομαι δίπλα στον θεό τον ίδιο – και μου είπε, «θα μου γράψεις τα τραγούδια της επιστροφής». Εγώ του απάντησα ότι προτιμώ να μην γράψω, γιατί θα νομίζουν όλοι ότι σε υποστηρίζω για να σου γράφω τραγούδια. Αυτός, βέβαια, δεν το κατάλαβε και το ερμήνευσε ότι, ας πούμε, τον αρνήθηκα. Τι να έγραφα; Ακόμη το σκέφτομαι… Ήταν ένας κόσμος όχι τελειωμένος, τέλειος μέσα στην ολοκλήρωσή του και στην ολότητά του. Δεν ήξερα τι να γράψω, πώς να προσαρμοστώ, δεν ήθελα να του βάλω στο στόμα τραγούδια του τύπου «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια». Βρεθήκαμε και στου Νικολόπουλου και φάγαμε και, κατά προτροπή του, είχαμε βρει τον Πασχάλη Τερζή. Ακούσαμε τα τραγούδια του δίσκου που κάναμε και του βάλαμε το «γλυκιά μου ανελέητη, γνωστή μου ανεξερεύνητη». Μόλις το ακούει, «τι είναι αυτό;» μου λέει. Δεν πιστεύω ότι θα τις τραγουδούσε, ότι θα τις έβαζε στο στόμα του αυτές τις λέξεις. Τα θέματα αυτά, μιας Ελλάδας φτωχειάς, ενός λαού πονεμένου και ανθρώπων που ξενιτεύονται συνέχεια, ενώ τα αεροπλάνα έχουν πια εκμηδενίσει τις αποστάσεις, δεν εκφράζανε τη νέα κατάσταση. Εγώ τι θα έκανε με τον Καζαντζίδη; Θα του έθετα ένα μικρό ορίζοντα της θεματολογίας μιας καινούργιας κοινωνικής πραγματικότητας, την οποία αυτός ίσως, να την εξέφραζε σε βάθος. Είχε ακόμα περιεχόμενο και δεξαμενές. Ακόμη μπορεί να οικτίρω τον εαυτό μου που δεν το προσπάθησα. Δεν το έκανα δυστυχώς.» (Στέλιος Καζαντζίδης, Αφιέρωμα. Εκδόσεις ΠΑΝΟΣ, επιμέλεια Θωμας Κοροβίνης)
Στο βίντεο που ακολουθεί, παρακολουθήστε ένα απόσπασμα της εκπομπής «Ρεπόρτερς» (1983) όπου ο Μανώλης Ρασούλης τοποθετείται σχετικά με την μακρόχρονη απουσία του Καζαντζίδη από τη δισκογραφία. Αμέσως μετά ακούστε μια ζωντανή ηχογράφηση του «Η ζωή μου όλη» από τον ίδιο.
Μ’ όλα αυτά δεν προσπαθούμε να προβάλουμε τον Καζαντζίδη. Το αντίθετο… Μόνο τον Μανώλη Ρασούλη και το μεγαλείο του, ως ανθρώπου, να αναγνωρίσει ουσιαστικά και όχι επιδερμικά, την μεγαλοσύνη του Καζαντζίδη και την άμεση συνέπεια του φαινομένου του. Το μεγαλείο του Μανώλη, λοιπόν, γιατί αν κάτι του προκαλούσε αποστροφή, αυτό ήταν η μιζέρια, όπως έλεγε. Για τον Στέλιο, και μόνο για αυτόν, ο Ρασούλης ήθελε να περπατήσει τραγουδώντας Καζαντζίδη, ολόκληρη την Λεωφόρο Σ. Καζαντζίδη στην προσφυγική πόλη της Νέας Αλικαρνασσού στο Ηράκλειο
Κρήτης.
Διαβάστε ακόμα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου