Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας για τον Στέλιο Καζαντζίδη

Θανάσης Γκαϊφύλλιας
Θανάσης Γκαϊφύλλιας
Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, από τη δεκαετία του 60 και έπειτα, παράγει πολιτισμό. Ένας τραγουδοποιός με άποψη και αισθητική, προσφέρει ανελλιπώς. Kατοικεί, πλέον, μόνιμα στην Κομοτηνή - όπου μεγάλωσε - και μακριά από το κέντρο των εξελίξεων, την Αθήνα, δημιουργεί.

Παράλληλα, ασχολείται με τα πολιτιστικά ζητήματα του τόπου. Αξίζει να αναφέρουμε πως πρωτοστάτησε στη σύσταση του Συλλόγου Φίλων Αρχαίου Θεάτρου Μαρώνειας (1999), συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αναστήλωση του θεάτρου, το οποίο φέτος, 23 αιώνες μετά, θα ξαναλειτουργήσει…

Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, λοιπόν, δέχθηκε το κάλεσμά μας και με αφορμή την συμπλήρωση 8 χρόνων από το βιολογικό τέλος του Καζαντζίδη, χαιρέτησε την προσπάθειά μας, χαρίζοντάς μας ένα κείμενο. Τον ευχαριστούμε.




Μας γράφει:

Αυτό που έγινε με τον Καζαντζίδη, είναι πρωτόγνωρο. Κανείς Έλληνας στην ιστορία δεν εισέπραξε τόση άδολη αγάπη όσο ο Στέλιος.

Γέμισε η Ελλάδα από τις λέσχες που δημιουργήθηκαν στο όνομά του και οι γονείς κληροδοτούν στα παιδιά τους, την αγάπη τους για τον άνθρωπο, μαζί με τα πολύτιμα. Και το δικό σας blog μια λέσχη είναι και η αγάπη σας για τον άνθρωπο με την "απόλυτη φωνή" απόλυτα δικαιολογημένη.

Φιλικά,
Θανάσης Γκαϊφύλλιας.


Το κείμενο που ακολουθεί και μας παραχώρησε ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Εποχή" την Κυριακή 13/09/2009.


Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΦΩΝΗ

Τα πρώτα παιδικά μου χρόνια στην Κομοτηνή, τα έζησα σε μια φτωχογειτονιά με πλίνθινα σπίτια. Εκεί είδα φτώχεια, που δε θα ξεχάσω ποτέ. Όλοι όσοι έμεναν εκεί ήθελαν να ξεφύγουν απ’ τη μίζερη και αδιέξοδη ζωή τους. Ακόμα και η διεύθυνση μας το θύμιζε καθημερινά. Οδός Πύργου- Αδιέξοδος Α. Στη διπλανή αυλή έμενε μια οικογένεια με τέσσερα παιδιά. Τρία κορίτσια κι ένα αγόρι, που ήταν τρίτο στη σειρά. Ο Χρήστος μόλις είχε τελειώσει τη θητεία του, αλλά τα πραγματικά ζόρια τώρα άρχιζαν γι’ αυτόν. Θα έπρεπε πρώτα να παντρέψει τα κορίτσια και ύστερα, αν του έμενε χρόνος και κουράγιο, θα έκανε κι αυτός οικογένεια.

Τα κορίτσια στο βελόνι κι ο Χρήστος εργάτης, που έκανε μεροκάματο, όταν και όπου έβρισκε. Δύσκολες μέρες και το χειρότερο, χωρίς προοπτική. Υπήρχε όμως μια μέρα που ξεχώριζε. Η Κυριακή. Τότε ο Χρήστος έβγαινε στην αυλή φορώντας ένα άσπρο φανελάκι κασκορσέ, που τόνιζε το γεροδεμένο και ηλιοκαμένο του κορμί, στερέωνε ένα καθρεφτάκι πάνω στο μουσλούκι (δοχείο με νερό κρεμασμένο στον τοίχο) και καθώς ξυριζόταν, από ένα φορητό πικάπ άκουγε τα αγαπημένα του δισκάκια.Αποκλειστικά Καζαντζίδη.

Μόλις άκουγα μουσική πήγαινα κι εγώ στην αυλή τους, γιατί μου άρεσε το σκηνικό, αλλά τα τραγούδια του Στέλιου μου ήταν αδιάφορα. Μια Κυριακή άκουσα έναν άλλο τραγουδιστή (αργότερα έμαθα ότι τον έλεγαν Αγγελόπουλο) κι όταν πήγα στην αυλή, ο Χρήστος δεν ήταν εκεί. Είχε πάει στη Γερμανία και προφανώς είχε πάρει τα αγαπημένα δισκάκια μαζί του.

Τα χρόνια περνούσαν και καθώς μεγάλωνα στην καινούργια μου γειτονιά, κάθε φορά που άκουγα τις…φάμπρικες της Γερμανίας, έφερνα την εικόνα του Χρήστου στο μυαλό μου να λιώνει εκείνα τα δισκάκια στην καταραμένη ξενιτιά. Άκουγα αχόρταγα από το ραδιόφωνο κάθε τι καινούργιο ( κυρίως Νέο Κύμα ) κι αργότερα ξόδευα το χαρτζιλίκι μου στα juke box για χάρη του Elvis, των Beatles και των Stones, αλλά ποτέ δεν χάλασα μια δραχμή για χάρη του Στέλιου. Είδα με συμπάθεια την προσπάθειά του να μπει στα χωράφια του Μπιθικώτση, τραγουδώντας Μίκη και Μάνο, αλλά ως εκεί.

Έπρεπε να ωριμάσω για να γίνω πιο διαλλακτικός με τις επιλογές μου και τότε πρόσεξα την ερμηνεία του στο «Ποια είσαι εσύ» του Νικολόπουλου κι έπαθα την πλάκα μου. Δε χόρταινα να τον ακούω να παίζει με μια jazz διάθεση με τα ημιτόνια, να βυθίζει τη φωνή του στα έγκατα του πενταγράμμου και με άνεση να την εκτοξεύει δυο οκτάβες επάνω, χωρίς να χάσουν οι νότες τίποτε απ’ τη δυναμική τους.

Άνοιγε το στόμα του για το αγαπημένο του ΑΑΑΑ και νόμιζε κανείς πως έκρυβε τον τρούλο της Αγιά-Σοφιάς στο λαρύγγι του.Ανακάλυψα το «Μίσος» του Άκη Πάνου και υποκλίθηκα.

Και κάποια στιγμή επέτρεψα στον εαυτό μου να βουρκώσει ακούγοντας «Το μερτικό μου απ’ τη χαρά» του Λοΐζου. Α ρε Χρήστο, δίκιο είχες που λάτρευες την «απόλυτη φωνή».

Κομοτηνή 07-09-2009
Θανάσης Γκαϊφύλλιας

1 σχόλιο:

trufon είπε...

Ά ρε Θανάση, μετά από τόσες δεκάδες χρόνια, πώς να σου το πώ (εκτός τον Στελάρα, δεν παίζεται) και εμείς ακούγαμε τη φωνή σου, ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΔΡΑΧΜΕΣ ΤΡΙΑΝΤΑ και από παιδιά γινόμασταν άντρες. Να είσαι καλά όπου και να ΄σαι!!!