Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

Στέλιος Καζαντζίδης - Γιώργος Παπασιδέρης. H άγνωστη συνάντηση δύο θρύλων

Από αριστερά προς τα δεξιά: Παναγιώτης Σαρίκας (βιολί), Βασίλης Σαλέας (κλαρίνο),
Γιώργος Παπασιδέρης (κιθάρα), Νίκος Σαραγούδας (κιθάρα).

Πηγή: Γιώργος Παπασιδέρης

Του Γιάννη Μπεκιάρη

Ο Γιώργος Παπαϊσιδώρου ή Παπασιδέρης (αλλά και Παπασίδερης για τους Σαλαμινιούς) είναι μια θρυλική μορφή για το ελληνικό τραγούδι. Είναι ίσως ο κορυφαίος του παραδοσιακού τραγουδιού και σίγουρα ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες τραγουδιστές όλων των εποχών. 

Γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1902 στην Σαλαμίνα. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1977 - ανήμερα του Σταυρού - τραγούδησε για τελευταία φορά στα Τρίκαλα Κορινθίας στο πανηγύρι. Ανήμερα του Σταυρού το 2001, πέθανε και ο Στέλιος Καζαντζίδης

Το 1928 ηχογράφησε τα πρώτα του τραγούδια. Ήταν δύο αμανέδες, το "Έχω πολλά παράπονα/Σαμπάχ Μανές" και το "Ωσάν το νεκρικό κερί/Του φθισικού μανές". Για περίπου μισό αιώνα, μέχρι και που έφυγε από τη ζωή στις 8 Οκτωβρίου του 1977, υπηρέτησε πιστά την ελληνική παραδοσιακή μουσική, ειδικά σε μια εποχή που το τραγούδι άρχισε σιγά σιγά να αλλάζει, να τυποποιείται και να μεταφέρεται όλο και εγγύτερα στα αστικά κέντρα, ειδικότερα μετά το 1950 οπότε και παρατηρείται το φαινόμενο της έντονης εσωτερικής μετανάστευσης στον Ελλαδικό χώρο. 

Υπήρξε ταλέντο πολύπλευρο καθώς συνέθετε μουσική, έγραφε στίχους και φυσικά τραγουδούσε, ενώ η προσφορά του κρίνεται ανεκτίμητη στο βαθμό που διέσωσε όγκο παραδοσιακών τραγουδιών που διαφορετικα θα είχαν χαθεί. 

Όπως ο Στέλιος Καζαντζίδης αργότερα, έτσι κι ο Γιώργος Παπασιδέρης έγινε το μέτρο σύγκρισης της ικανότητος των ομότεχνών του και άγγιξε τα όρια του θρύλου. Υπάρχουν ιστορίες που κάνουν λόγο για 40 ηχογραφήσεις σε μια μέρα ή για γλέντια στη Σαλαμίνα όπου τσοπάνηδες γλεντούσαν με τη φωνή του Παπασιδέρη που τραγουδούσε σε απόσταση χιλιομέτρου.

Παρόμοιες ιστορίες - στα όρια του υπερφυσικού - ειπώθηκαν και για τον Καζαντζίδη. Βλέπετε το αρχέτυπο του λαϊκού ήρωα παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο και λειτουργεί καταλυτικά στο συλλογικό ασυνείδητο. 

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα που συνδέει τους δύο τραγουδιστές. Ο Γιώργος Παπασιδέρης ήταν και ένας από τους λόγους ή μια αφορμή καλύτερα, που ο Στέλιος Καζαντζίδης τελικά ηχογράφησε δημοτικά τραγούδια

Σήμερα δημοσιεύουμε την - άγνωστη μέχρι πρότινος - ιστορία της συνάντησης των δύο όπως μας την αφηγήθηκε - και τον ευχαριστούμε πάρα πολύ για αυτό - ο κος Στέλιος Πλακίτσης ο γνωστός ερευνητής που ήταν και ο άνθρωπος που τους έφερε σε επαφή. 

Διαφημιστικό φυλλάδιο για την εμφάνιση
του Στέλιου Καζαντζίδη στο πανηγύρι
του Αγ.Ιωάννου στον Μαραθώνα
Ο Στέλιος Πλακίτσης είχε γνωριστεί με τον Στέλιο Καζαντζίδη το 1952 όταν ο τελευταίος υπηρετούσε φαντάρος. Το 1954 - συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του - άνοιξε το κέντρο "Στελάκης" στον Μαραθώνα. Με το κέντρο αυτό, ο κύριος Πλακίτσης καινοτόμησε στην τοπική διασκέδαση φέρνοντας νέες - για την εποχή - ιδέες. 

Εκεί εμφανίστηκε και ο Στέλιος Καζαντζίδης με την Πόλυ Πάνου το 1956, στο πανηγύρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστή. Μαζί τους ήταν οι Γιάννης Αγγέλου (ή Γιαννάκης) στο μπουζούκι, Βασίλης Βασιλειάδης στο ακορντεόν, Δημήτρης Τζάρας στο κλαρίνο και Χρήστος Λαβίδας στο τραγούδι. 

Εκεί ο Καζαντζίδης πρωτοτραγούδησε δημοτικά τραγούδια. Ο Στέλιος Πλακίτσης μας αφηγείται: "Τον Καζαντζίδη εγώ τον γνώρισα εδώ στον Μαραθώνα όταν υπηρετούσε στρατιώτης το 52 και δημιούργησα μια βαθιά φιλιά. Εδώ κάναμε ένα πανηγύρι μεγάλο στις 28 - 29 Αυγούστου όπου και εμφανίστηκε στο οικογενειακό μας καφενείο. Δεν είχε όμως στο ρεπερτόριό του καλαματιανά και συρτά που χορεύανε εδώ οι ντόπιοι. Μου λέει μια μέρα, τί να πω εγώ στο πανηγύρι; Τότε ο Παπασιδέρης είχε διάφορα σουξέ, συρτοκαλματιανά, που είχαν ζήτηση από τους χορευτές. Πήρα ένα βιολίστα ντόπιο. Ο Στέλιος ήξερε μόνο την "Καλυβιώτισσα". Περάσαμε ένα - δύο τραγούδια. "Όλες οι μελαχρινές κι μαυρομάτες" κτλ... Τελείωσε το πανηγύρι. Γοητεύτηκε από τους ανθρώπους που χόρευαν. Του άρεσαν τα καλαματιανά και τα συρτά. 

Μια μέρα που είμαστε στην Αθήνα, πήγαμε στου Καλογιάννη - ήταν μια ποτοποιία - να πιούμε ένα ούζο. Δίπλα ήταν ο Παπαϊωάννου που πουλούσε δίσκους. Πήγαμε δίπλα και του λέει, βάλε μου ένα τραγούδι του Παπασιδέρη. Του βάζει ένα καλαματιανό. Μου λέει, ρε συ πως μπορούμε να βρούμε τον Παπασιδέρη να μας δώσει την άδεια να πούμε τα τραγούδια του; Του λέω, πότε θέλεις; Τον Παπασιδέρη εγώ τον ξέρω, ήταν φίλος του πατέρα μου και με αγαπάει κιόλας. Πολύ καλός άνθρωπος. Κάποια στιγμή λοιπόν, πρέπει να ήταν Φθινόπωρο του 1959, έρχεται και μου λέει - είχε μια Μερσεντές 170 - πάμε στην Σαλαμίνα να βρούμε τον Παπασιδέρη; Του λέω, πάμε. Πήγαμε στον Πειραιά πήραμε το καϊκάκι και πήγαμε απέναντι στην Σαλαμίνα. Ρωτήσαμε κάποιον που μπορούμε να βρούμε τον Παπασιδέρη και μας λέει στο απέναντι καφενείο παίζει πρέφα. Ήταν το καφενείο του Στάθη Βγενά. Πράγματι έπαιζε πρέφα με τον άλλο τραγουδιστή τον Μίμη τον Ανδριανό. Μόλις μας είδε χάρηκε πολύ! Μας αγκάλιασε, μας φίλησε και μας κέρασε ούζο. Κάναμε κουβέντα. Πήγαμε σε μια ταβέρνα να φάμε ψάρια. Του λέει ο Καζαντζίδης, κύριε Παπασιδέρη μπορώ να πω τα τραγούδια σου; Να μου δώσετε την άδεια να τα επαναλάβω πάλι; Να τα πείς, του λέει. Ό,τι θέλεις. Και τότε έβγαλε τα 10 - 12 δημοτικά τραγούδια. “Αγκινάρα με τ’ αγκάθια”... τά έχω όλα τα τραγούδια αυτά σε δισκάκια. Του ζήτησε λοιπόν την άδεια. Τότε η πνευματική ιδιοκτησία όπως ξέρεις ήταν κατοχυρωμένη. Αν δεν σου έδινε ο στιχουργός την άδεια δεν μπορούσες να τα τραγουδήσεις καίτοι ήσουνα στην ίδια εταιρεία. Πολύ πιο δύσκολο να τα τραγουδήσεις αν ήσουν σε άλλη εταιρεία. Έπρεπε να μεσολαβήσει η εταιρεία σου και οι δυσκολίες ήταν απέραντες. 

Στέλιος Καζαντζίδης, Πόλυ Πάνου και Στέλιος Πλακίτσης  στο κέντρο "Στελλάκης" στο πανηγύρι του Μαραθώνα 1956
Στέλιος Καζαντζίδης, Πόλυ Πάνου και Στέλιος Πλακίτσης 
στο κέντρο "Στελλάκης" στο πανηγύρι του Μαραθώνα στις 29/08/1956
Σπύρος Χριστοφυλλης στο βιολί και Δημήτρης Τζάρας στην κιθάρα

Πηγή: Αρχείο Κουνάδη, "Στέλιος Καζαντζίδης και Πόλυ Πάνου" 2019

Αφού περάσαμε λοιπόν μια ωραία μέρα στην Κούλουρη (Σαλαμίνα) και τραγουδήσαμε και φάγαμε τα ψάρια μας, πήγαμε μαζί με τον Καζαντζίδη στην Columbia, στην οδό Λυκούργου. Ήταν ο Μηλιόπουλος ο επικεφαλής της εταιρείας και του είπε ο Καζαντζίδης, έχω διαβεβαίωση από τον Παπασιδέρη να πω τα τραγούδια. Ωραία λέει εντάξει, να τον ρωτήσω κι εγώ τυπικά και να τα πεις. Όποτε έκλεισε το στούντιο, πήρε κλαρίνο τον Κοκοντίνη, τον Κόρο βιολί, έγινε η ορχήστρα κάτω στην Ριζούπολη κι επανέλαβε τα τραγούδια με μία πρόβα! Μπαμ κι έξω. Είχανε μεγάλη απήχηση. Αγοράστηκαν από όλους τους ακροατές του Παπασιδέρη. Όσοι ακούγανε Παπασιδέρη άκουσαν και τον Καζαντζίδη σε αυτά τα τραγούδια τότε. Είχαν βγει και τα πικάπ των αυτοκινήτων τότε και όπου πήγαινες άκουγες τον Καζαντζίδη να τραγουδάει Παπασιδέρη. Και ξέρεις ότι αν ένας κάνει πιστή αντιγραφή των τραγουδιών από το πρωτότυπο έχει κι αυτός απήχηση. Για τον Καζαντζίδη ήταν δεδομένη επιτυχία. Είχαν πολλές πωλήσεις. Κέρδισε και η εταιρεία πολλά από την επανεκτέλεση αυτή. Τα έλεγε με πιστή απόδοση όπως τα έλεγε ο Παπασιδέρης. Ο Καζαντζίδης ήταν φαινόμενο. Όταν έλεγε το “ααα” στο στούντιο απομακρυνότανε από το μικρόφωνο γιατί “σπάγανε” οι μηχανές. 

Στη συνάντηση στην Σαλαμίνα τα γράψαμε τα τραγούδια, δηλαδή γράψαμε τους στίχους. Δεν του έδειξε πως να τραγουδήσει. Του είπε οι στίχοι είναι αυτοί, τη μουσική την έχεις ακούσει… Βάλαμε και εκει κάτι δίσκους, δύο τρία από τα τραγούδια που θα έλεγε. Δεν επενέβει καθόλου ο Παπασιδέρης. Ο Καζαντζίδης άλλωστε ήταν πεπειραμένος, είχε μπει 100 φορές στο στούντιο μέχρι τότε. Τους στίχους όμως έπρεπε να τους γράψει. Εγώ τον βοήθησα και τους γράψαμε σε ένα τετράδιο. 

Αφού κυκλοφόρησε ο δίσκος πήραμε ένα κουτί δίσκους και πήγαμε στην Κούλουρη (Σαλαμίνα) για να ακούσει ο Καζαντζίδης την κριτική του Πατριάρχη, έτσι τον έλεγε τον Παπασιδέρη. Ο Παπασιδέρης ήταν χαρούμενος και αισθανόταν υπερήφανος για τη διαδοχή παρότι ήταν κορυφαίος στο είδος τους. Ήταν πολύ ταπεινός σαν άνθρωπος. 

Τα τραγούδια άρεσαν όπως σου είπα. Έγινε διαφήμιση, το έμαθε το κοινό και οι δίσκοι φεύγανε με τις κούτες από τα δισκάδικα. Όπως ο Πάριος με τα νησιώτικα μόνο που ο Πάριος τα είχε στο πετσί του. Ένας λαϊκός όμως ο οποίος μεταπηδά για λόγους διαφήμισης σε ένα άλλο είδος θα πρέπει να προσέξει η απόδοση να είναι πιστή να μην δυσαρεστήσει τους ακροατές. Αυτό το πέτυχε ο Καζαντζίδης γιατί ήταν έμπειρος. Βασισμένος και στην φωνή του όλα τα τραγούδια μπορούσε να τα πει. Για αυτό είπε και ποντιακά και δημοτικά και λαϊκά και τούρκικα, τα πάντα έλεγε!

Ο ερευνητής Στέλιος Πλακίστης
Ο ερευνητής Στέλιος Πλακίστης
Για τη σύγκριση των δύο (Καζαντζίδη - Παπασιδέρη), ο Στέλιος Πλακίτσης μας είπε: "Οι προπολεμικοί τραγουδιστές ήταν ταλέντα αλλά ήταν καταδικασμένοι γιατί δεν υπήρχαν τα μέσα. Να φανταστείς ότι ο Παπασιδέρης τραγουδούσε χωρίς μικρόφωνο, τον πρόλαβα εγώ στο καφενείο το δικό μας. Άκου να δεις σύνθεση, η Ρόζα Εσκενάζυ, δύο βιολιά ο Σαλονικιός (Δημήτρης Σέμσης) κι ο Ογδοντάκης (Γιάννης Δραγάτσης), ο Φυστιξής (Μανώλης Χρυσαφάκης) σαντούρι, ο Σούλης ούτι και μπροστά τραγουδιστές Παπασιδέρης, Ρούκουνας, Περδικόπουλος, Κασιμάτης και τραγουδούσανε χωρίς μικρόφωνο! Είναι μεγάλη υπόθεση! Ήταν αδικημένοι. Παίζανε κιθάρα και μπουζούκι χωρίς ηλεκτρικό ήχο. Άντε τώρα σε μια αλάνα 500 μέτρα, με 500 καρέκλες να ικανοποιούν το άκουσμα και του τελευταίου πελάτη μόνο με τη φωνή, χωρίς υποστήριξη ηλεκτρονικών μέσων. 

Αργότερα όμως οι νεότεροι - από το 46' και μετά - υποστηρίχθηκαν από τα μέσα. Αυτοί - οι παλιοί - υπέφεραν. Η φωνή του Παπασιδέρη ήταν ασυναγώνιστη! Φωνή στεντόρεια όμοια περίπου με του Καζαντζίδη. Ο Καζαντζίδης είχε μια ξεχωριστή φωνή. Είχε μια άνεση στη φωνή του. Κι ο Παπασιδέρης είχε άνεση. Βέβαια άλλο το λαϊκό τραγούδι κι άλλο το δημοτικό. Το δημοτικό τραγούδι είναι δύσκολο τραγούδι, έχει διαφορετικό τρόπο έκφρασης και απόδοσης. Ενώ το λαϊκό είναι το κουπλέ, το ρεφρέν και μπαίνει και βγαίνει τάκα τάκα. Όταν όμως ο Παπασιδέρης τραγουδούσε ένα τραγούδι και ξεκινούσε με ένα παρατεταμένο αμάν για να φτάσει στο στίχο, έβγαζε φωνή από τα σωθικά του δεν του έμενε τίποτα μέσα του. Και όλα αυτά χωρίς το μικρόφωνο..."


Διαβάστε ακόμα:

Δεν υπάρχουν σχόλια: