Ευάγγελος Φυλακτός - Στέλιος Καζαντζίδης σε κέντρο διασκέδασης στους "Χορτατζήδες" Θεσσαλονίκης το καλοκαίρι του 1963. |
Μια φωτογραφία με τον Στέλιο Καζαντζίδη, το καλοκαίρι του 1963 στη Θεσσαλονίκη, στάθηκε αφορμή για να επικοινωνήσουμε με τον κο Ευάγγελο Φυλακτό. Ο Ευάγγελος Φυλακτός - ιδρυτής της καλλιτεχνικής επιχείρησης μαρμάρου με την επωνυμία "Φυλακτός" - υπήρξε στιχουργός του λαϊκού μας τραγουδιού με κάποιες αξιοσημείωτες συνεργασίες όπως αυτή με τον Θοδωρή Δερβενιώτη.
Ο κύριος Φυλακτός μοιράστηκε μαζί μας την εμπειρία της γνωριμίας του με τον Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία αυτή στάθηκε αφορμή να "κατέβει" στην Αθήνα και έτσι να επισκεφτεί για πρώτη φορά τον ιερό βράχο της Ακρόπολης.
Εντυπωσιασμένος από τον Παρθενώνα είχε την τρελλή ιδέα να γίνει καλλιτέχνης του μαρμάρου για να συμβάλλει και αυτός στην αναβίωση της αρχαίας ελληνικής τέχνης!
Μετά από 35 χρόνια από την πρώτη εκείνη επίσκεψη του στην Ακρόπολη η αρμόδια Επιστημονική Επιτροπή της Ακρόπολης (Υ.Σ.Μ.Α.) εκτιμώντας την αγάπη και τις γνώσεις του Ευάγγελου Φυλακτού για την κλασική τέχνη και τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό, αξιολογώντας και τις κατασκευαστικές του ικανότητες εμπιστεύτηκαν στην οικογενειακή επιχείρηση "ΦΥΛΑΚΤΟΣ" την επεξεργασία εννέα αράβδωτων σπονδύλων και την φιλοτέχνηση τριών τριγλύφων και δύον γείσων, σε τελική μορφή, για την αναστήλωση του Παρθενώνα.
Το μεγάλο του όνειρο έγινε πραγματικότητα. Η επιθυμία του όμως να τραγουδήσει ο Στέλιος Καζαντζίδης ένα δικό του τραγούδι δεν εκπληρώθηκε ποτέ.
Μας αφηγείται:
Από το στρατό απολύθηκα τον Απρίλιο του 1963. Το θέμα της δουλειάς δεν με απασχόλησε καθόλου καθώς κάποιοι εργολάβοι περίμεναν πότε να απολυθώ για να με προσλάβουνε, γιατί από τα 19 μου ήμουνα ο Βαγγελάκης ο αρχιμάστορας, στις οικοδομές. Εκείνο που με απασχολούσε ήταν τί θα γίνει με τη μόρφωσή μου.
Ήθελα να μορφωθώ επιπλέον. Γράφτηκα σε μια σχολή - αγγλικά, λογιστικά, γραφομηχανή - και προγραμμάτισα τον Σεπτέμβριο να συνεχίσω το νυχτερινό γυμνάσιο της Θεσσαλονίκης, με σκοπό την Αρχιτεκτονική.
Το καλοκαίρι αυτό μαθαίνω ότι ο Καζαντζίδης με την Μαρινέλλα τραγουδάνε στους "Χορτατζήδες", εκεί που είναι σήμερα είναι η φοιτητική εστία στη Θεσσαλονίκη. Παίρνω μαζί μου δύο τραγούδια από αυτά που είχα γράψει στην Κέρκυρα και πάω στο κέντρο με σκοπό να τα δώσω στον Στέλιο. Την ώρα που έμπαινα στο εξοχικό κέντρο ακούω: "Μικρά κι ανήλιαγα στενά και σπίτια χαμηλά μου, βρέχει στην φτωχογειτονιά, βρέχει και στην καρδιά μου…"
Τρελάθηκα! Τί ήταν αυτό; Έριξα μια ματιά γύρω και είδα όσους κάθονταν στα τραπέζια να ακούνε σαν αποσβολωμένοι και γύρω-γύρω μικροί και μεγάλοι να συνωστίζονται σκαρφαλωμένοι στην περίφραξη για να δούνε και να ακούσουνε τον Καζαντζίδη. Δεν ακούγονταν τίποτα άλλο και δεν κουνιότανε φύλλο από τα δέντρα. Τί νύχτα μαγική Θεέ μου!
Πόσο τυχερός ένιωσα εκείνο το βράδυ, που άκουσα αυτό το περίφημο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη από το στόμα του Στέλιου Καζαντζίδη. Πολύ καλός ο Μπιθικώτσης, τέλεια η ερμηνεία του στα τραγούδια του Μίκη, που τα απολαμβάνουμε μέχρι σήμερα και θα τα απολαμβάνουν και οι επόμενες γενιές. Αλλά όποιος έτυχε να ακούσει ζωντανά αυτά τα τραγούδια από τον Στέλιο Καζαντζίδη, εκείνες τις μοναδικές βραδιές της Θεσσαλονίκης, πρέπει να νιώθει πολύ τυχερός.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το μεγαλύτερο κομμάτι της αφήγησης είναι απόσπασμα βιβλίου που ετοιμάζει ο κος Φυλακτός και αναμένουμε να κυκλοφορήσει προσεχώς. Τον ευχαριστούμε διπλά που μας το εμπιστεύτηκε.
Από το στρατό απολύθηκα τον Απρίλιο του 1963. Το θέμα της δουλειάς δεν με απασχόλησε καθόλου καθώς κάποιοι εργολάβοι περίμεναν πότε να απολυθώ για να με προσλάβουνε, γιατί από τα 19 μου ήμουνα ο Βαγγελάκης ο αρχιμάστορας, στις οικοδομές. Εκείνο που με απασχολούσε ήταν τί θα γίνει με τη μόρφωσή μου.
Ήθελα να μορφωθώ επιπλέον. Γράφτηκα σε μια σχολή - αγγλικά, λογιστικά, γραφομηχανή - και προγραμμάτισα τον Σεπτέμβριο να συνεχίσω το νυχτερινό γυμνάσιο της Θεσσαλονίκης, με σκοπό την Αρχιτεκτονική.
Το καλοκαίρι αυτό μαθαίνω ότι ο Καζαντζίδης με την Μαρινέλλα τραγουδάνε στους "Χορτατζήδες", εκεί που είναι σήμερα είναι η φοιτητική εστία στη Θεσσαλονίκη. Παίρνω μαζί μου δύο τραγούδια από αυτά που είχα γράψει στην Κέρκυρα και πάω στο κέντρο με σκοπό να τα δώσω στον Στέλιο. Την ώρα που έμπαινα στο εξοχικό κέντρο ακούω: "Μικρά κι ανήλιαγα στενά και σπίτια χαμηλά μου, βρέχει στην φτωχογειτονιά, βρέχει και στην καρδιά μου…"
Τρελάθηκα! Τί ήταν αυτό; Έριξα μια ματιά γύρω και είδα όσους κάθονταν στα τραπέζια να ακούνε σαν αποσβολωμένοι και γύρω-γύρω μικροί και μεγάλοι να συνωστίζονται σκαρφαλωμένοι στην περίφραξη για να δούνε και να ακούσουνε τον Καζαντζίδη. Δεν ακούγονταν τίποτα άλλο και δεν κουνιότανε φύλλο από τα δέντρα. Τί νύχτα μαγική Θεέ μου!
Πόσο τυχερός ένιωσα εκείνο το βράδυ, που άκουσα αυτό το περίφημο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη από το στόμα του Στέλιου Καζαντζίδη. Πολύ καλός ο Μπιθικώτσης, τέλεια η ερμηνεία του στα τραγούδια του Μίκη, που τα απολαμβάνουμε μέχρι σήμερα και θα τα απολαμβάνουν και οι επόμενες γενιές. Αλλά όποιος έτυχε να ακούσει ζωντανά αυτά τα τραγούδια από τον Στέλιο Καζαντζίδη, εκείνες τις μοναδικές βραδιές της Θεσσαλονίκης, πρέπει να νιώθει πολύ τυχερός.
Μόλις τελείωσε το πρώτο πρόγραμμα, κρατώντας την τσάντα με τα τραγούδια, με έναν αέρα κατευθύνθηκα στα καμαρίνια. Κάποιος του καταστήματος με ρωτάει, "πού πάτε κύριε;". Δείχνοντας προς τον Στέλιο του απαντώ, "είμαι ο στιχουργός του". Κάνοντας μια ελαφριά υπόκλιση με αφήνει να περάσω αλλά το βλέμμα του καρφωμένο σε μένα. Πλησιάζω τον Καζαντζίδη που καθόταν σε ένα τραπέζι και συζητούσε με κάποιον φίλο. Του λέω, "κύριε Στέλιο έχω κάποια τραγούδα να σας δώσω". "Γράφεις τραγούδια; Μπράβο παλικάρι! Κάτσε να τελειώσω την κουβέντα με τον φίλο μου και μετά θα τα πούμε".
Κάποια στιγμή τελείωσε την κουβέντα με τον φίλο του και καθώς από δίπλα ο γνωστός μπουζουκτσής Στέλιος Ζαφειρίου του κάνει νόημα σε λίγο βγαίνουμε, τον ακούω να μου λέει, "όπως βλέπεις δεν έχω χρόνο να δω τα τραγούδια σου αλλά δείξε μου ένα και τα ξαναλέμε".
Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε κι εκείνη η γλυκιά φωνή του αντηχεί μελωδικά στα αυτιά μου σαν να ήταν χτες. Εκείνη η χαμηλή, σφυριχτή φωνή που δεν έμοιαζε με την φωνή καμπάνα του Στέλιου όταν τραγουδούσε. Με τρεμάμενα χέρια του δίνω το πρώτο τραγούδι:
''ΜΕΛΑΜΨΗ ΜΟΥ ΟΜΟΡΦΙΑ''
Κάποια νύχτα κάτω απ' τ' άστρα, μελαψή μου ξελογιάστρα
ζήσαμε στιγμές μεγάλες πέρα στην Ανατολή
μ' από τότε σ' έχω χάσει, κι η καρδιά μου έχει γεράσει
απ την πίκρα και τον πόνο, πού έχω μέσα στην ψυχή
Ρεφρέν
Σ' έχασα και πάντα μόνος, κλαίω κάθε δειλινό
ποιος τσιγγάνος ποιος φελάχος, να ναι αιτία που πονώ
Κι από τότε κάθε βράδυ, ψάχνω μέσα στο σκοτάδι
Κάποια στιγμή τελείωσε την κουβέντα με τον φίλο του και καθώς από δίπλα ο γνωστός μπουζουκτσής Στέλιος Ζαφειρίου του κάνει νόημα σε λίγο βγαίνουμε, τον ακούω να μου λέει, "όπως βλέπεις δεν έχω χρόνο να δω τα τραγούδια σου αλλά δείξε μου ένα και τα ξαναλέμε".
Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε κι εκείνη η γλυκιά φωνή του αντηχεί μελωδικά στα αυτιά μου σαν να ήταν χτες. Εκείνη η χαμηλή, σφυριχτή φωνή που δεν έμοιαζε με την φωνή καμπάνα του Στέλιου όταν τραγουδούσε. Με τρεμάμενα χέρια του δίνω το πρώτο τραγούδι:
''ΜΕΛΑΜΨΗ ΜΟΥ ΟΜΟΡΦΙΑ''
Κάποια νύχτα κάτω απ' τ' άστρα, μελαψή μου ξελογιάστρα
ζήσαμε στιγμές μεγάλες πέρα στην Ανατολή
μ' από τότε σ' έχω χάσει, κι η καρδιά μου έχει γεράσει
απ την πίκρα και τον πόνο, πού έχω μέσα στην ψυχή
Ρεφρέν
Σ' έχασα και πάντα μόνος, κλαίω κάθε δειλινό
ποιος τσιγγάνος ποιος φελάχος, να ναι αιτία που πονώ
Κι από τότε κάθε βράδυ, ψάχνω μέσα στο σκοτάδι
για να δω τα δύο σου μάτια, που μ ανάψανε φωτιά
τριγυρίζω-τριγυρίζω, πουθενά δεν σ αντικρίζω
και θρηνώ για τον χαμό σου ΜΕΛΑΜΨΗ ΜΟΥ ΟΜΟΡΦΙΑ
τριγυρίζω-τριγυρίζω, πουθενά δεν σ αντικρίζω
και θρηνώ για τον χαμό σου ΜΕΛΑΜΨΗ ΜΟΥ ΟΜΟΡΦΙΑ
Με ακουμπάει στον ώμο και μου λέει, "ωραίο, μπράβο θα το κρατήσω". Φωνάζει και τη Μαρινέλλα να το διαβάσει. Αφού το διάβασε μου χαμογέλασε γλυκά κι απομακρύνθηκε χωρίς να πει τίποτα. Πιάσαμε κουβέντα με τον Στέλιο. Του άρεσε να κουβεντιάζει με απλούς ανθρώπους. Τί ήμουν εγώ; Ένα ακαλλιέργητο χωριατόπουλο με μια περιορισμένη σχολική μόρφωση. Κι όμως μου έδωσε τόση σημασία. Δεν το πίστευα!
Κάποια στιγμή μου λέει, "παλικάρι γράφεις καλά αλλά αν θέλεις να σχοληθείς με το λαϊκό τραγούδι πρώτον πρέπει να το έχεις πολύ μεράκι και δεύτερον πρέπει να κατέβεις στην Αθήνα. Αν το αποφασίσεις, αυτή είναι η διεύθυνσή μου: Αλαϊας 33, στη Νέα Ιωνία. Έλα στο σπίτι μου και εκεί θα δούμε και τα άλλά τραγούδια σου". Αφού τον ευχαρίστησα, τον χαιρέτισα και φεύγοντας είδα τον ίδιο άνθρωπο του καταστήματος να με χαιρετά με βαθιά υπόκλιση.
Την άλλη μέρα κιόλας παρατάω τα αγγλικά, λογιστικά και τη γραφομηχανή και χωρίς να κάνω καμία σκέψη για την Αρχιτεκτονική, ετοιμάζω τις βαλίτσες μου και σε λίγες μέρες βρίσκομαι στην Αθήνα. Πάω λοιπόν στη Νέα Ιωνία. Βρίσκω την οδό Αλαϊας, τον αριθμό 33.
Κοιτάω δεξιά-αριστερά και δεν βλέπω κανένα σπίτι να μου μοιάζει για το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη. "Δεν είναι δυνατόν", σκέφτηκα. "Δεν μπορεί ο Στέλιος να με κορόιδεψε". Ρωτάω κάποιον που περνούσε εκείνη τη στιγμή, "Παρακαλώ μήπως ξέρετε που είναι το σπίτι του κυρίου Στέλιου Καζαντζίδη". "Αυτό είναι!", και μου δείχνει το νούμερο 33.
Ένα σπίτι ασοβάντιστο, προσφυγικό, με μία μωσαϊκή σκάλα χωρίς κάγκελα. Ανεβαίνω τη σκάλα χτυπώ την ξύλινη πόρτα και καθώς ανοίγει αντικρίζω τον Στέλιο ντυμένο απλά, φορώντας τις παντόφλες του και στο ένα χέρι να έχει την κιθάρα. "Καλώς τον", μου λέει. "Το αποφάσισες, ήρθες;". "Ήρθα" του λέω, "γιατί θέλω να ασχοληθώ με το λαϊκό τραγούδι". "Έλα κάθισε", μου λέει κι αρχίζει να τραγουδάει με την κιθάρα το πρώτο κουπλέ:
Κάποια νύχτα κάτ' απ' τ' άστρα, μελαψή μου ξελογιάστρα
ζήσαμε στιγμές μεγάλες πέρα στην Ανατολή
μ' από τότε σ έχω χάσει, κι η καρδιά μου έχει γεράσει
απ' την πίκρα και τον πόνο, πού έχω μέσα στην ψυχή
Ξαφνικά σταματάει και μου λέει, "άκου παλικάρι κάτι πήγα να φτιάξω με το τραγούδι σου αλλά εγώ έχω πρόβλημα με την εταιρεία μου και δεν ξέρω πότε και αν θα κυκλοφορήσω ξανά δίσκο. Μια που ήρθες όμως θα σε συστήσω και σε άλλους μουσικούς". Με σύστησε στον Βασίλη Καραπατάκη, ο οποίος ασχολήθηκε με Ζιγκουάλα και Μαντουμπάλα.
Κάποια στιγμή μου λέει, "παλικάρι γράφεις καλά αλλά αν θέλεις να σχοληθείς με το λαϊκό τραγούδι πρώτον πρέπει να το έχεις πολύ μεράκι και δεύτερον πρέπει να κατέβεις στην Αθήνα. Αν το αποφασίσεις, αυτή είναι η διεύθυνσή μου: Αλαϊας 33, στη Νέα Ιωνία. Έλα στο σπίτι μου και εκεί θα δούμε και τα άλλά τραγούδια σου". Αφού τον ευχαρίστησα, τον χαιρέτισα και φεύγοντας είδα τον ίδιο άνθρωπο του καταστήματος να με χαιρετά με βαθιά υπόκλιση.
Την άλλη μέρα κιόλας παρατάω τα αγγλικά, λογιστικά και τη γραφομηχανή και χωρίς να κάνω καμία σκέψη για την Αρχιτεκτονική, ετοιμάζω τις βαλίτσες μου και σε λίγες μέρες βρίσκομαι στην Αθήνα. Πάω λοιπόν στη Νέα Ιωνία. Βρίσκω την οδό Αλαϊας, τον αριθμό 33.
Κοιτάω δεξιά-αριστερά και δεν βλέπω κανένα σπίτι να μου μοιάζει για το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη. "Δεν είναι δυνατόν", σκέφτηκα. "Δεν μπορεί ο Στέλιος να με κορόιδεψε". Ρωτάω κάποιον που περνούσε εκείνη τη στιγμή, "Παρακαλώ μήπως ξέρετε που είναι το σπίτι του κυρίου Στέλιου Καζαντζίδη". "Αυτό είναι!", και μου δείχνει το νούμερο 33.
Ένα σπίτι ασοβάντιστο, προσφυγικό, με μία μωσαϊκή σκάλα χωρίς κάγκελα. Ανεβαίνω τη σκάλα χτυπώ την ξύλινη πόρτα και καθώς ανοίγει αντικρίζω τον Στέλιο ντυμένο απλά, φορώντας τις παντόφλες του και στο ένα χέρι να έχει την κιθάρα. "Καλώς τον", μου λέει. "Το αποφάσισες, ήρθες;". "Ήρθα" του λέω, "γιατί θέλω να ασχοληθώ με το λαϊκό τραγούδι". "Έλα κάθισε", μου λέει κι αρχίζει να τραγουδάει με την κιθάρα το πρώτο κουπλέ:
Κάποια νύχτα κάτ' απ' τ' άστρα, μελαψή μου ξελογιάστρα
ζήσαμε στιγμές μεγάλες πέρα στην Ανατολή
μ' από τότε σ έχω χάσει, κι η καρδιά μου έχει γεράσει
απ' την πίκρα και τον πόνο, πού έχω μέσα στην ψυχή
Ξαφνικά σταματάει και μου λέει, "άκου παλικάρι κάτι πήγα να φτιάξω με το τραγούδι σου αλλά εγώ έχω πρόβλημα με την εταιρεία μου και δεν ξέρω πότε και αν θα κυκλοφορήσω ξανά δίσκο. Μια που ήρθες όμως θα σε συστήσω και σε άλλους μουσικούς". Με σύστησε στον Βασίλη Καραπατάκη, ο οποίος ασχολήθηκε με Ζιγκουάλα και Μαντουμπάλα.
Με σύστησε και στον Θόδωρο Δερβενιώτη. Δεκαπέντε μέρες μετά την επίσκεψή μου στο σπίτι του συναντησα τον Καζαντζίδη στην οδό Σταδίου. Χίλιες φορές, χίλιοι άνθρωποι να ψάχνανε δεν θα μπορούσε να συμβεί αυτό το πράγμα. "Τί κάνεις;", μου λέει. "Έλα μαζί μου θα πάω στον Δερβενιώτη". Τί να σου πω! Από το απέναντι πεζοδρόμιο ο κόσμος σταματούσε και τον κοίταζε. Όταν κατεβήκαμε στην Ομόνοια κάτω έγινε χαμός αυτόγραφα κτλ.
Έχουν γραφτεί κι έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για τον Στέλιο. Για το ταλέντο του, για τη φωνή του, τα τραγούδια του, για τα λάθη του. Μα πώς να μην κάνει λάθη; Τί ήταν ο Στέλιος; ένα παιδί της εργατιάς που ξαφνικά έγινε Θεός, γιατί η φύση τον προίκισε με θεϊκά χαρίσματα.
Ήταν απλός άνθρωπος του λαού. Του άρεσε να συζητά για απλά πράγματα με απλούς ανθρώπους ώρες ολόκληρες και έχω προσωπική άποψη για αυτό. Δεν του άρεσε να συζητά για δουλειές κι επιχειρήσεις. Αυτά δεν ήταν για τον Στέλιο. Κι αν κάποιες φορές μπλέχτηκε με επιχειρήσεις - το ούζο "Υπάρχω" και τις ρίζες στη χαλάστρα - τα έκανε θάλασσα.
Έχουν γραφτεί κι έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για τον Στέλιο. Για το ταλέντο του, για τη φωνή του, τα τραγούδια του, για τα λάθη του. Μα πώς να μην κάνει λάθη; Τί ήταν ο Στέλιος; ένα παιδί της εργατιάς που ξαφνικά έγινε Θεός, γιατί η φύση τον προίκισε με θεϊκά χαρίσματα.
Ήταν απλός άνθρωπος του λαού. Του άρεσε να συζητά για απλά πράγματα με απλούς ανθρώπους ώρες ολόκληρες και έχω προσωπική άποψη για αυτό. Δεν του άρεσε να συζητά για δουλειές κι επιχειρήσεις. Αυτά δεν ήταν για τον Στέλιο. Κι αν κάποιες φορές μπλέχτηκε με επιχειρήσεις - το ούζο "Υπάρχω" και τις ρίζες στη χαλάστρα - τα έκανε θάλασσα.
Ο Στέλιος γεννήθηκε μόνο για να τραγουδάει. Οκτώ εκατομμύρια Ελλήνων τον λάτρεψαν. Κι όμως έφυγε κυνηγημένος, πικραμένος, αδικημένος... Τραγούδησε για τον έρωτα, για τη μάνα, την φτώχεια και την ξενιτιά. Για την κοινωνία, για την αδικία.
Ταυτίστηκε με αυτά και βίωσε όλους τους ρόλους ενός πονεμένου, ενός πικραμένου, αδικημένου, ενός ξενιτεμένου, ενός απόκληρου της κοινωνίας.
Απορώ πως δεν τα είδαν όλα αυτά οι ιθύνοντες, οι έξυπνοι των δισκογραφικών. Αυτοί έπρεπε να τον αγκαλιάσουν, να τον προστατέψουν, να τον κατευθύνουν, να του κάνουν το κέφι και σίγουρα θα οικονομούσαν περισσότερα. Και σίγουρα ο Στέλιος θα άφηνε πολλά περισσότερα για εμάς που τον λατρέψαμε.
Ήταν έναν άνθρωπος καλός, απλός αλλά την εποχή εκείνη δεν είχε κάποιον άνθρωπο να τον βοηθήσει, κάποιον μάνατζερ. Τώρα οι πιο μορφωμένοι έχουν μάνατζερ. Δεν μπόρεσε να διαχειριστεί όλο αυτό το πράγμα. Κατά τα άλλα εγώ τον ευγνωμονώ.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το μεγαλύτερο κομμάτι της αφήγησης είναι απόσπασμα βιβλίου που ετοιμάζει ο κος Φυλακτός και αναμένουμε να κυκλοφορήσει προσεχώς. Τον ευχαριστούμε διπλά που μας το εμπιστεύτηκε.
1 σχόλιο:
Μπράβο, εξαιρετική ανάρτηση με βιωματικό περιεχόμενο! Μας υπενθυμίζει την ανθρώπινη πλευρά του Στέλιου Καζαντζίδη και το πως βοηθούσε τον καθένα!
Συνεχίστε την υπέροχη δουλειά που κάνετε! Αξίζει τον κόπο!
Δημοσίευση σχολίου