Ο Στέλιος Καζαντζίδης, φαντάρος, μαζί με τον Γεράσιμο Κλουβάτο |
Ήταν Σάββατο 5 Ιουλίου του 1952. Ο νεαρός τραγουδιστής με το μουστάκι, που ήταν γνωστός με το όνομα Στελάρας, έμπαινε στα στούντιο της Columbia για να ηχογραφήσει το πρώτο του τραγούδι σε μουσική και στίχους του Απόστολου Καλδάρα. Το τραγούδι είχε τίτλο “Για μπάνιο πάω” και αφορούσε στον καύσωνα που σάρωνε το καλοκαίρι εκείνο όλη τη Νότια Ευρώπη αφήνοντας πίσω του 18 νεκρούς στη γειτονική Ιταλία.
Με το τραγούδι αυτό - που για λόγους που έχουμε αναφέρει σε προηγούμενες δημοσιεύσεις δεν πούλησε - αρχίζει η καριέρα του Στέλιου Καζαντζίδη, ο οποίος έμελλε να περάσει στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος έλληνας τραγουδιστής.
Αναζητάμε συνεχώς πληροφορίες για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Μας ενδιαφέρουν πολύ οι ανέκδοτες ιστορίες που αφορούν στη ζωή και τη δισκογραφική του πορεία.
Μια τέτοια ιστορία μοιράστηκε μαζί μας ο κος Αριστογείτων Β. Κώτσας και τον ευχαριστούμε πολύ για αυτό. Πρόκειται για μια αφήγηση του γνωστού σε πολλούς ερευνητή Στέλιου Πλακίτση, ο οποίος διατηρούσε καφενείο στην περιοχή του Μαραθώνα όταν ο Στέλιος Καζαντζίδης υπηρετούσε φαντάρος.
Ο Στέλιος Πλακίτσης αφηγείται στον Αριστογείτονα Β. Κώτσα: “Ο Καζαντζίδης υπηρετούσε στρατιώτης στον Μαραθώνα για κάνα μήνα. Και γνωριστήκαμε. Αγόρασα τον πρώτο του δίσκο χωρίς να ξέρω ότι είναι ο Καζαντζίδης. Τον ήξερα σαν Στέλιο, στρατιώτη. Ερχότανε κάθε βράδυ στο μαγαζί άκουγε δίσκους με την παρέα του Εγώ είχα πάει να πάρω 4 - 5 δίσκους, πλάκες γραμμοφώνου τότε. Ήταν ακριβοί. Είχαν 30 δραχμές ο ένας. Τότε το μεροκάματο είχε 20 δραχμές, για να καταλάβεις. Αυτά που λέω έγιναν το 1952.
Όταν πήγα και πήρα στο δισκάδικο 4 δίσκους… 5 ή 6 μου φαίνεται, την ώρα που έφευγα μπήκε ένα παιδί από την Κολουμπια με δυο κουτιά πλάκες που είχε παραγγείλει ο Παπαϊωάννου που πούλαγε τους δίσκους. Πάνω στο κάθε κουτί είχε και μια πλάκα δώρο. Μου λέει Στέλιο έλα να πάρεις έναν δίσκο ακόμη. Του λέω, δεν έχω άλλα λεφτά. Μου λέει, στο κάνω δώρο. Παίρνω τον δίσκο του Καζαντζίδη.
Έρχομαι στο Μαραθώνα, είχαμε το καφενείο το παραδοσιακό. Το βράδυ βγαίνανε τα φαντάρια έξω και γεμίζαν τα μαγαζιά. Λέω του Καζαντζίδη, του Στέλιου δηλαδή δεν τον ήξερα σαν Καζαντζίδη τότε, του λέω, έχω φέρει και νέα τραγούδια σήμερα. Λέει, για βάλε να ακούσουμε. Του αρέσανε. Τον δίσκο τον δικό του δεν τον έβαλα γιατί είδα πάνω Στέλιος Καζαντζίδης και λέω ανώνυμος είναι αυτός.
Την ώρα που χτύπησε η σάλπιγγα να μπούνε, στο προσκλητήριο, σηκωθήκανε όλοι μαζί να φύγουν. Έχουνε κοπεί οι παραγγελίες που βάλε αυτό βάλε εκείνο, βάλε το άλλο. Κι εγώ βρήκα ευκαιρία να δοκιμάσω τον δίσκο. Μόλις ακούει την εισαγωγή ο Καζαντζίδης, ήταν του Καλδάρα το τραγούδι κι έπαιζε μπουζούκι ο Καλδάρας, σηκώνεται και φωνάζει, ρε Στέλιο τί έκανες; Τί έκανα, του λέω. Αυτό το τραγούδι πού το βρήκες; Το πήρα με τις χθεσινές πλάκες, του λέω. Για να την δω, μου λέει. Την βγάζω από το πικάπ. Την πήρε και τη φίλαγε. Μου λέει, εγώ τραγουδάω. Πώς σε λένε, του λέω. Καζαντζίδης μου απαντάει, Στέλιο Καζαντζίδη. Με αγκάλιασε, με φίλησε. Φύγανε. Δεν προλαβαίνανε. Μου λέει, σε παρακαλώ - το καφενείο το είχαμε πιο πάνω - θα είμαι σκοπός δέκα με δώδεκα, βάλε μου να το ακούσω. Επιτρεπότανε το μεγάφωνο έξω από την αστυνομία μέχρι τις δώδεκα. Μετά κλείναμε. Πάω εγώ το μεγάφωνο προς τα απέναντι. Ήταν 22 ιντσών. Ανοίγω τον διακόπτη και ακουγότανε εκεί πέρα. Το έβαλα πέντε - δέκα φορές. Την άλλη μέρα ήρθε με αγκάλιασε. Από εκεί γίναμε φίλοι μέχρι που πέθανε”.
Η αφήγηση έχει ανέβει στο κανάλι του κου Κώτσα στο YouTube (ΕΔΩ)
Η αφήγηση έχει ανέβει στο κανάλι του κου Κώτσα στο YouTube (ΕΔΩ)
Σημείωση: Ευχαριστούμε τον αναγνώστη του ιστολογίου μας Αχιλλέα (δεν γνωρίζουμε το επώνυμό του), που μας έδωσε την ιδέα για αυτή τη δημοσίευση.
Διαβάστε ακόμη:
1 σχόλιο:
Ανατριχιαστική στιγμή... να ακούς για πρώτη φορά τυχαία τον πρώτο σου δίσκο!
Ευχαριστούμε για την πολύ όμορφη ανάρτηση! Υπάρχουν πολλές ιστορίες για τον Καζαντζίδη, οι οποίες θα ανακαλύπτονται για πολλά ακόμη χρόνια, μέσα από τους χιλιάδες ανθρώπους που τον λάτρεψαν...
Δημοσίευση σχολίου