Μάνος Παπαδάκης: Ένας καλός τραγουδιστής της σχολής Καζαντζίδη |
Κάνοντας λόγο για ανεπαρκή προβολή, θα ήταν αστείο να αναφερόμαστε στις δεκαετίες του 50 και του 60, οπότε ένα «εμβρυακό», υποτυπώδες σύστημα προώθησης αναζητούσε και θέλησε να επιβάλλει τον Καζαντζίδη. Αναφερόμαστε κυρίως στα τελευταία 20 χρόνια, που η εικόνα του Καζαντζίδη «αμαυρώθηκε» και διαστρεβλώθηκε. Ανεπαρκής προβολή μπορεί να χαρακτηριστεί και η υπερπροβολή, όταν αυτή εξυπηρετεί συμφέροντα και εμπορικούς σκοπούς… Θα αναλύσουμε τις σκέψεις μας αυτές, σε άλλη δημοσίευση. Είναι φυσικό, όταν πρωτεύεις και ταυτόχρονα προτείνεις (γιατί ο Καζαντζίδης πρότεινε και θεμελίωσε ένα ερμηνευτικό είδος), και η πρότασή σου βρίσκει τη μέγιστη ανταπόκριση, πολλοί να σε μιμούνται. Βέβαια στην περίπτωση Καζαντζίδη, οι κατά καιρούς απομιμήσεις δεν προέκυπταν αυθόρμητα. Τουλάχιστον όχι πάντα.
Φτάσαμε σήμερα, δέκα χρόνια μετά το θάνατό του, να βιώνουμε τον απότοκο της σταδιακής και, κάποιες φορές, μεθοδευμένης υποβάθμισης. Για τους νεότερους ακροατές, που αγνοούν την εποχή του κλασικού λαϊκού τραγουδιού αλλά και τη μουσική της δεκαετίας του 80, ο Σταύρος Καμπάνης, ο Λεωνίδας Βελής, ο Γιάννης Κουλουκάκης, ο Στράτος Κύπριος, ο Ανδρέας Ζακυνθινάκης, ο Γιώργος Χατζηαντωνίου, ο Μάνος Παπαδάκης, ο Δημήτρης Ξανθάκης, ο Γιάννης Ντουνιάς και πολλοί ακόμη (ακόμα και ο Στράτος Διονυσίου στην αρχή της καριέρας του), είναι «ο Καζαντζίδης». Αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν αντιπαλεύεται εύκολα.
Ενδεικτικά αναφέρουμε πως σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και νυχτερινά κέντρα πολλοί ζητούν το «Δε θέλω τη συμπόνια κανενός», του Καζαντζίδη (;), αγνοώντας την πρώτη εκτέλεση του Γιώργου Χατζηαντωνίου (σε κάθε περίπτωση το τραγούδι είναι του Άκη Πάνου). Επιπλέον, μια πλειάδα σημερινών τραγουδιστών προσπαθούν να υπάρξουν στα πλαίσια της ταύτισης με ένα απλησίαστο πρότυπο φωνής. Και έπειτα τηλεορασάνθρωποι, χαμηλού γνωστικού επιπέδου και αδιευκρίνιστης αισθητικής, έρχονται να αξιολογήσουν ως «νέους Καζαντζίδηδες», ανεκδιήγητους τραγουδιστές. Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που σε γνωστό talent show της ελληνικής τηλεόρασης, οι κριτές απέπεμψαν επίδοξο - επιεικώς μέτριο - τραγουδιστή, επειδή «τραγουδάει σαν τον Καζαντζίδη;;;». Αστεία πράγματα. Σημεία των καιρών όμως.
Η επικύρωση του Λεωνίδα Βελή, από μέρους του Καζαντζίδη, ως διαδόχου του αλλά και η απόπειρα ορισμένων να επιβάλλουν κακούς τραγουδιστές, ως απόλυτους εκφραστές και μόνους συνεχιστές του Καζαντζίδη, υποτίμησαν το πρωτότυπο και συνετέλεσαν στο να ξεχαστεί μια σπουδαία ερμηνευτική εποχή του Καζαντζίδη (από το 1955 μέχρι το 1965). Η πολυτυπία του Καζαντζίδη, την οποία διαπιστώνει και ο Άκης Πάνου καταθέτοντας τις σκέψεις του σε επιστολή του στο περιοδικό «Ντέφι» (στις αρχές της δεκαετίας του 1980), βαθμιαία καταργείται. Ο Καζαντζίδης τείνει να τυποποιηθεί καθώς κακοποιείται. Και όλοι οι επίδοξοι «συνεχιστές» του αυτό τον σκοπό, έστω και ακούσια, εξυπηρετούν. Άσχετα αν το πλήθος των «συνεχιστών» είναι ενδεικτικό της δυναμικής του Καζαντζίδη, είναι ταυτόχρονα η απαρχή της απαξίωσης ενός σημαντικού πολιστικού κεφαλαίου. Κι όταν ακούμε κάποιους να αναρωτιούνται αν ο «τάδε» είναι ο Καζαντζίδης, εμείς απαντάμε επιθετικά: «Όχι! Δεν έχει σχέση με τον Καζαντζίδη!»
Πέρα από τη λατρεία στο πρόσωπό του, ο ανταγωνισμός των εταιρειών, η ανάγκη εμπορικής επιτυχίας (με ότι αυτό συνεπάγεται), η απουσία του για μεγάλο χρονικό διάστημα από τα κέντρα και τη δισκογραφία, γέννησαν τους, κατά καιρούς, «Καζαντζίδηδες». «Πιστά αντίγραφα» του Καζαντζίδη, κακέκτυπα αλλά και ακαλαίσθητοι αναβιωτές, δισκογραφούσαν για χρόνια, εγείροντας αμφιβολίες για το πρωτότυπο ακόμα και σε «φανατικούς» οπαδούς. Ακόμα και σήμερα οι «Καζαντζίδηδες» κυκλοφορούν σε εκδηλώσεις συλλόγων και τηλεοπτικά shows χαμηλής αισθητικής, μολύνοντας και μειώνοντας το πρωτότυπο. Όλη αυτή η μανία, που εκδηλώθηκε εντονότερα στο παρελθόν αλλά συνεχίζεται σήμερα, μάλλον έβλαψε τον Καζαντζίδη. Ίσως τελικά να είχε δίκιο ο Κώστας Βίρβος (ο γνωστός στιχουργός και χρόνια συνεργάτης του Καζαντζίδη) όταν με αφορμή την είσοδο του Λεωνίδα Βελή στη δισκογραφία, θα γράψει στην αυτοβιογραφία του, απευθυνόμενος στον Καζαντζίδη: «Στέλιο γιατί δεν τραγουδάς; Ο κόσμος σε έχει ανάγκη. Ο δρόμος που διάλεξες, ν’ ακονίσεις ένα μαχαίρι δημιουργώντας έναν τραγουδιστή που σου μοιάζει είναι λάθος. Το μαχαίρι αυτό θα μπει μια μέρα στις σάρκες σου και θα κατασπαράξει το έργο σου, θα το μπασταρδέψει.» («Μια ζωή τραγούδι», Εκδόσεις «Ντέφι»). Ήταν η εποχή (μέσα της δεκαετίας του 80) που ο Καζαντζίδης αποφάσισε να στηρίξει τον Λεωνίδα Βελή και οργάνωσε ως παραγωγός τον προσωπικό δίσκο του, με τίτλο «Η συνάντηση». Κατά τη γνώμη μας, ο Βίρβος είχε δίκιο. Συνυπολογίζοντας όλη την προηγούμενη δισκογραφία, με τραγουδιστές να λειτουργούν ως αντίγραφα, ο Καζαντζίδης «έχασε». Σταδιακά…
Σ. Καζαντζίδης και Λ. Βελής, στην ηχογράφηση του δίσκου «Η συνάντηση» (1985) |
Σε όλα αυτά, που προαναφέραμε, έρχεται να προστεθεί η αντίληψη πολλών σύμφωνα με την οποία, μια φωνή που μιμούνται πολλοί, δεν είναι σπουδαία... ενώ την ίδια ώρα υπερτιμάται η ύπαρξη φωνών (ή σωστότερα ερμηνευτικών τρόπων, γιατί περί αυτού πρόκειται) που δεν επιδέχονται μίμησης...
Στράτος Κύπριος. Άλλος ένας τραγουδιστής της σχολής Καζαντζίδη |
Αφού οι περισσότεροι επιμένουν να συγκρίνουν και, άθελά τους, να απαξιώνουν, ακούστε και συμπεράνετε μόνοι σας, στο βίντεο που ακολουθεί. Πρόκειται για το τραγούδι «Είμαι τραγούδι, είμαι λαός» (μουσική Τάκη Σούκα και στίχους Νίκου Λουκά) από τον Λεωνίδα Βελή στα 1985 στο δίσκο «Η συνάντηση» και από τον Στέλιο Καζαντζίδη, τρία χρόνια αργότερα, στα 1988 και στο δίσκο «Ελεύθερος». Πρέπει να αναφέρουμε, πως στο βίντεο παρακολουθείτε ένα μικρό απόσπασμα του έργου της κας Βάσως Καζαντζίδη με τίτλο «Στέλιος Καζαντζίδης, Τα χνάρια ενός μύθου», με πλάνα από την κηδεία του Στέλιου.
ΥΓ: Στο παρελθόν, θα δηλώναμε μόνοι μας πως τέτοιες δημοσιεύσεις μειώνουν τον Καζαντζίδη. Η σύγκριση δηλαδή. Σήμερα όμως, είμαστε πεπεισμένοι πως μόνο έτσι πετυχαίνεις τους σκοπούς σου.
5 σχόλια:
Ξέρετε, ο κόσμος διασκεδάζει σ'ένα μαγαζί...Δεν είναι όλοι ειδήμονες. Και αν καμιά φορά παρασύρονται και ζητάνε ένα τραγούδι με το όνομα του Καζαντζίδη και όχι του Χατζηαντωνίου είναι γιατί ίσως πιστεύουν πως ό,τι αγαπάνε το έχει τραγουδήσει ο Καζαντζίδης.Έχετε απόλυτο δίκιο στις επισημάνσεις,αλλά διαφωνώ εν μέρει με το συμπέρασμα: αν έβλαψε κάποιους αυτή η "εξομοίωση", έβλαψε τους τραγουδιστές που προσπάθησαν να μοιάσουν του Καζαντζίδη και όχι τόσο τον ίδιο. Άλλωστε δεν ήταν πάντα και δική του η ευθύνη.Όσο για τον Βελή μου θυμίσατε μια ραδιοφωνική εκπομπή στην οποία τον άκουγα,δεκαετία του 80, στην οποία υποστήριζε ότι μπορούσε να τραγουδήσει άνετα και Έλβις Πρίσλει χωρις να καταλάβει κανείς τη διαφορά.Νομίζω ότι τραγούδησε κιόλας...
Σωστά θυμάται ο κύριος Χρήστος Νικολόπουλος για την αποχώρηση τού Στέλιου Καζαντζίδη από τα κέντρα - (Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 1966)..
Ο Σ.Καζατζιδης Ειναι Ενας κ μοναδικος κ οσοι τον μιμμηθηκαν ,μετα στην συνεχεια τραγουδιστικα δεν πηγαν καλα στην οποια σταδιοδρομια τους, κοινως ατυχησαν.Το 1965 (περιπου) Μερικοι μουσικολογοι εκατσαν κ εψαξαν σε ολο τον κοσμο ποιοι διαθετουν την πιο καλλυτερη φωνη.κ βρηκαν
1) εναν Αραβα 2) εναν Τουρκο κ 3) Τον Σ, Καζατζιδη.Αλλες φορες ερχοταν πρωτος ο Σ,Καζατζιδης αλλες φορες δευτερος κ αλλες φορες τριτος.Μιλαμε για Παγκοσμια Λαρρυγγια.Πιος Βελλης κτλ κτλ.
Το ΑΧ του Καζατζιδη κρυβει πολλες Ζωες οπως ειπε κ ο Μικης Θεοδωρακης.Αν ημουν τραγουδιστης δεν θα προσπαθουσαν δημοσια να τραγουδησω Στελιο Καζατζιδη,το θεωρω Ιεροσυλια.
Ηταν Εργο Θεου η φωνη του Στελιου.Θε ι κη φωνη.Ο Σ. Καζατζιδης ηταν μεσα μας.
Συμφωνώ απόλυτα ότι ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι από μόνος του μια σχολή. Όμως πιστεύω πως είναι καλό για το Ελληνικό λαϊκό τραγούδι να δοκιμάζουν τραγουδιστές άλλοι να λένε τα τραγούδια του. Με αυτό τον τρόπο γίνεται βελτίωση στο χώρο του τραγουδιού.
Ο Καζαντζίδης είναι ένας και μοναδικός κάθε προσπάθεια μίμησης δεν έχει τύχη
Δημοσίευση σχολίου